Κυριακή 2 Ιουνίου 2019

Ο Μεγάλος Δούκας Λουκάς Νοταράς. Η γενναία στάση του απέναντι στον Σουλτάνο και το μαρτυρικό τέλος του.

Ο Λουκάς Νοταράς υπήρξε ο 2ος στην Πολιτειακή τάξη μετά τον Αυτοκράτορα Κωνσταντίνο ΙΑ' Παλαιολόγο στην Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Ήταν -θα λέγαμε σήμερα- ο Πρωθυπουργός και αρχιστράτηγος των ενόπλων δυνάμεων. Η οικογένεια των Νοταράδων προήρχετο από την Πελοπόννησο. Και κυρίως απ' την Μονεμβασιά. Το αρχικό τους επώνυμο ήταν: Σοφιανοί. Μετά το επώνυμο τους άλλαξε, προφανώς λόγω κάποιου εκ της οικογενείας που ήταν νοτάριος. Νοτάριος, λέξη λατινική, που σημαίνει τον ταχυγράφο, τον συμβολαιογράφο, τον γραμματικό. Μετά την ανάκτηση της Κωνσταντινούπολης από τους προγόνους μας -δεδομένου ό,τι από το 1204-1261 την είχαν καταλάβει οι Φράγκοι- η οικογένεια των Νοταράδων μετέβη στην Βασιλεύουσα. 

Ο Μεγάλος Δούκας Λουκάς Νοταράς στην Άλωση φρουρούσε τον Κεράτιο κόλπο από το Πετρίο μέχρι την πύλη της Αγίας Θεοδοσίας Κωνσταντινουπόλεως, με 100 ιππείς και 500 σφενδονήτες και τοξότες. Δυο από τους κύριους ιστορικούς, που έγραψαν για την Άλωση της Πόλεως, ο Δούκας και ο Κριτόβουλος ο Ίμβριος καταγράφουν τα σχετικά με τον Μεγάλο Δούκα. Ο άλλος ιστορικός, ο Γεώργιος Σφραντζής, υπήρξε ενωτικός και είχε μεγάλη αντιπαλότητα με τον Λουκά Νοταρά, επομένως η καταγραφή του δεν είναι πειστική. 
Ο Δούκας και ο Κριτόβουλος εκφράζονται με θερμά και επαινετικά λόγια για την συμπεριφορά του Νοταρά στο πεδίο της μάχης. 
Συγκεκριμένα, ο Δούκας αναφέρει: «Ο Μέγας Δούκας Λουκάς Νοταράς, μαζί με πεντακόσιους άνδρες, περιπολούσε, εμψύχωνε τους στρατιώτες παντού όπου κι αν ήσαν, κι εντόπιζε αυτούς που παραμελούσαν το καθήκον τους. Καθημερινά συνέβαινε αυτό» …
Ο Λουκάς Νοταράς υπήρξε ανθενωτικός και ήταν σφόδρα πολέμιος σε οποιαδήποτε έκπτωση από τους ιερούς κανόνες και την παρακαταθήκη των Αγίων Πατέρων χάριν μιας ψευδοενώσεως με τους παπικούς. 

***

Παρακάτω καταγράφουμε τα συμβάντα του μαρτυρίου του Λουκά Νοταρά και μελών της οικογενείας του, όπως τα περιγράφει ο π. Ανανίας Κουστένης σε απομαγνητοφωνημένη ομιλία του την 25η Ιουνίου 1997: 

Ο Μεγάλος Δούκας Λουκάς Νοταράς συνελήφθη (μετά την Άλωση) υπό του Σουλτάνου και εσκέφθη ο σουλτάνος με τους συμβούλους του να τον κάνει διοικητή της Πόλεως. Γιατί εσκέφθη ό,τι είναι άξιος και να οργανώσει την Πόλη, μετά τους βανδαλισμούς και όλα αυτά τα οποία έγιναν και η Πόλη έκειτο πλέον σε ερείπια. Γιατί όλοι οι άλλοι τους οποίους είχε ο σουλτάνος ήταν άχρηστοι οι περισσότεροι. Και άξεστοι και βάρβαροι και άνθρωποι της αρπαγής και της απάτης. 

''Κι έκανε τραπέζι, μετά στους συμβούλους του ο Μεχμέτ, ο Μωάμεθ, έφαγαν, ήπιαν, μέθυσαν και τι κάνει; Διέταξε ο σουλτάνος να του φέρουν το μικρό γιό του Νοταρά, που ήταν ένα πανέμορφο αγόρι δέκα-δώδεκα χρονών, για να ικανοποιήσει τις κατώτερες ορέξεις του. 

''Νύχτα κτύπησαν την πόρτα του μεγάλου δούκα και του είπαν την διαταγή του σουλτάνου. 

''Να πείτε στον σουλτάνο, που σάς έστειλε, πως η δική μας πίστη δεν επιτρέπει τέτοιες πράξεις'', απάντησε ο Νοταράς ήρεμα και αποφασιστικά. 
''Τα παιδιά μου κι εγώ είμαστε Χριστιανοί Ορθόδοξοι. Δεν θα δεχθούμε ποτέ αυτό το κακό. Αυτά να τα πείτε στον αμοιρά σας''.


Όταν άκουσε ο Μωάμεθ την απόκριση αυτή, έγινε άγριο θηρίο. Τράβηξε την χαντζάρα του και χτύπησε με δύναμη το τραπέζι. Και πετάχθηκαν τα ποτήρια και τα πιάτα στον αέρα. Λύσσαξε από τον θυμό του. 
''Να μου τους φέρετε δεμένους αυτή την ώρα'', διέταξε. ''Και τον πατέρα και τα δυο αγόρια. Εγώ ορίζω τα πάντα. Και ζωή και θάνατο. Και όποιος πάει κόντρα στον σουλτάνο, του παίρνω το κεφάλι. Γρήγορα, φέρτε τους μπροστά μου''. 

Οι φρουροί κουβαλήσαν δεμένους το Νοταρά και τους δυο ανήλικους γιούς του. Ο μικρός ήταν δέκα-δώδεκα κι ο μεγάλος στα δεκατεσσερά του χρόνια. Ο ανδρειωμένος γονιός τους είχε δώσει και στους δυο το σωστό φρόνημα της ζωής και της φύσης. Και είπε στα βλαστάρια του να μην φοβούνται ποτέ και τίποτα σ' αυτό τον κόσμο, παρά μόνον τον Θεό. Και τις εντολές Του να τις σέβονται και να τις εφαρμόζουν χωρίς καμία υποχώρηση. Αυτά τους ξανάλεγε και τώρα, που τους πήγαινε στον άγριο πατισάχ, τον άπιστο και βάρβαρο κατακτητή της Βασιλεύουσας. 

Φθάσανε. Ο σουλτάνος είπε: ''Ποιός είσαι συ, βρε άτιμε βρωμοραγιά, που πήγες κόντρα στο δικού μου θέλημα; Αν ζεις κι αν έχεις τιμή, αυτή τη ζωή και την τιμή την εξουσιάζω εγώ και κανένας άλλος. 
Κι απαντά ο Νοταράς: ''Πάνω απ' όλους μας είναι ο Θεός, σουλτάνε. Κι Εκείνος μόνο εξουσιάζει και ζωή και θάνατο του καθενός. Όσο για την τιμή του, ο καθένας την κερδίζει ή την χάνει ανάλογα με την αρετή του. Αυτή είναι η απόκρισή μου στα λόγια σου. Σε όλα υπάρχουν όρια''.
''Ξέρεις σε ποιον μιλάς; Εγώ είμαι ο αμοιράς σ' όλο τον κόσμο και ντουνιά. Και άμα θέλω σε σκοτώνω αμέσως. 

''Μην ξεχνάς τον Θεό, σουλτάνε'', απάντησε ο Νοταράς, ήρεμα και αποφασιστικά, πράγμα που εντυπωσίασε όσους τον άκουγαν να πηγαίνει ενάντια στην γνώμη του Μωάμεθ. 
Και συνέχισε ο Νοταράς, αργά και αποφασιστικά: 
''Το κορμί μου, αμοιρά, μπορείς να το σκοτώσεις με την βάρβαρη σπάθα σου. Αλλά την ψυχή καμμιά σπάθα δεν μπορεί να την σκοτώσει. Δεν αλλάζω την πίστη μου και τις εντολές της. Αυτή είναι η γνώμη μου για μένα και τ' ανήλικα τέκνα μου, που εγώ έχω την ευθύνη τους. Κάνε ό,τι θες''.
''Κρίμα σε σένα, γκιαούρη, που σε νόμιζα μυαλωμένον'' απάντησε ο σουλτάνος, κοιτάζοντάς τον ''γιατί με αυτά που είπες καταδικάστηκες σε θάνατο. Και συ και τα παιδιά σου. Λογάριαζα να σε κάνω διοικητή της Πόλης. Είσαι, όμως, μπουνταλάς και δεν τ' αξίζεις. Μόνος σου έφαγες το κεφάλι σου''.
''Μιλάς με αφροσύνη, σουλτάνε, και κανείς δεν στο λέει, γιατί σε τρέμουνε και σκύβουνε μπροστά σου. Εγώ, όμως, σου το λέω κατάμουτρα. Γιατί δεν προσκυνώ το ψέμα και την ασέβεια'', είπε ο Νοταράς. 

''Και ποιά είναι η αφροσύνη κι η ασέβεια που δεν προσκυνά το κούφιο το κεφάλι σου; Λέγε! Πριν σε σφάξω εγώ ο ίδιος. 
''Μη φωνάζεις άδικα, νεαρέ σουλτάνε. Γιατί δεν σε φοβάμαι'', είπε με πολύ θάρρος ο Νοταράς. ''Θα σου μιλήσω τίμια κι ας είσαι εσύ άτιμος. Βλαστημάς τον Θεό με τα έργα σου. Και κάνεις κακό στους ανθρώπους. Με απειλείς ότι θα με σφάξεις. Είμαι έτοιμος να πεθάνω τίμια. Αυτό δεν το φοβάμαι. Δεν θέλω άτιμα να ζήσω. Εσύ, όμως, ζεις άτιμα και άδικα. Και ατιμάζεις και τους άλλους. Άλλαξε μυαλό, αν μπορείς να το αλλάξεις. Έχεις καιρό''. 

''Γιουσούφ! Γιουσούφ!, φώναξε άγρια ο σουλτάνος στον πιο έμπιστο σωματοφύλακά του. ''Κόψε αμέσως και τα τρια κεφάλια τους''.
''Μια στιγμή'', φώναξε ο Νοταράς, ''δεν θα επικαλεστώ το αξίωμα μου, ως μεγάλου δούκα της αυτοκρατορίας, αλλά την τελευταία χάρη, που δίνουν οι πολιτισμένοι άρχοντες στους μελλοθάνατους''.
''Τι χάρη ζητάς, βρωμορωμιέ;''
''Θέλω να σφάξετε πρώτα τα παιδιά μου, κι ύστερα εμένα''.  
''Γιουσούφ, κάνε γρήγορα, γρήγορα να δω το αίμα τους. Τώρα. Μπροστά μου. Να δουν όλοι, πως κυβερνά ο μεγάλος πατισάχ, κι ότι κανείς δεν μπορεί να πάει ενάντια στο θέλημά του. Σφάχ' τους και τους τρείς''.

''Όλοι ολόγυρα στο μεγάλο οντά είχαν κοκκαλώσει από τον φόβο τους, με όσα ακούγανε και όσα γινότανε. Και θαυμάσανε την αντρειοσύνη και την παλληκαριά του Λουκά Νοταρά, να δει τα παιδιά του να σφάζονται πρώτα, κι ύστερα να σκοτωθεί ο ίδιος... Οι στιγμές ήταν κρίσιμες. Παίζονταν η ζωή και ο θάνατος μαζί με την τιμή και την ατιμία, τον φόβο και το θάρρος, καθώς ξεγυμνώθηκε το γιαταγάνι του Γιουσούφ. Ο Νοταράς έσφιξε στην αγκαλιά του τα δυο καλοφτειαγμένα του αγόρια και τα φίλησε με πόνο.

Ο ιστορικός της Άλωσης Δούκας μας παραθέτει τα λόγια που απηύθυνε ο τραγικός πατέρας προς το παιδί και τον γαμπρό του, λίγο προτού τους αναλάβει ο δήμιος:

«Αγαπημένοι μου, πού είναι ο βασιλιάς μας; Χθες δεν δολοφονήθηκε; Πού είναι ο συμπέθερός μου και πατέρας σου, ο Μέγας Δομέστιχος; Πού είναι ο Μέγας σταυλάρχης Παλαιολόγος με τους γιους του; Δεν σφάχθηκαν χθες στον πόλεμο; Μακάρι να είχαμε πεθάνει κι εμείς μαζί τους. Ωστόσο και τούτη δω η ώρα είναι η κατάλληλη. Να, τώρα είναι η ευκαιρία. Να, ας πεθάνουμε κι εμείς στο όνομα Αυτού που σταυρώθηκε για το χατίρι μας, θανατώθηκε και αναστήθηκε, για να γευτούμε μαζί του τα αγαθά Του».

Τι να σκεφθεί και τι να πει ένας αποφασισμένος άνθρωπος σε μια τέτοια κορυφαία στιγμή; Τι να πει ο μέγας τούτος πολέμαρχος της Ρωμηοσύνης, που ήταν έτοιμος να δει, με ανοικτά μάτια, όχι έναν θάνατο, αλλά τις μαχαιριές πάνω στην καρδιά του; Έσκυψε με πολλή στοργή και τους είπε, χωρίς να δακρύσει σαν άνθρωπος. 
''Κάντε τον σταυρό σας και ζητήστε το έλεος του Θεού, παιδιά μου. Μη φοβηθείτε τίποτα. Γρήγορα θα ανταμωθούμε πάλι στην άλλη ζωή''.
Κι έσφαξε αυτούς κι έσφαξε και τον ίδιο τον Λουκά Νοταρά ο Γιουσούφ. 

***

Από τον Λουκά Νοταρά εμψυχώθηκαν όλοι οι άλλοι και συνέχισε η πορεία του Ελληνισμού μέσα πια στη σκλαβιά της Τουρκοκρατίας και συνάμα στην αγκαλιά και την στοργή της Όρθόδοξης Εκκλησία μας. 

Ο Λουκάς Νοταράς είχε χάσει ήδη -κατά την διάρκεια της Άλωσης- δυο ακόμη παιδιά του. Πολέμησαν με τους λιγοστούς υπερασπιστές της Πόλης κοντά στον Αυτοκράτορα Κωνσταντίνο ΙΑ' Παλαιολόγο. Μετά την σφαγή του Μεγάλου Δούκα η περιουσία του στην Κωνσταντινούπολη κατασχέθηκε από τον Σουλτάνο. Η σύζυγός του Παλαιολογίνα πουλήθηκε και πέθανε ως σκλάβα στον δρόμο για την Ανδριανούπολη.

Ο αδελφός του Λουκά Νοταρά, ο Αγγελής Νοταράς έμενε στα Τρίκαλα Κορινθίας. Αυτός, ο Αγγελής, ήταν που μετέφερε το ιερό λείψανο του Οσίου Παταπίου και την εικόνα της Αγίας Υπομονής, της μητέρας του Αυτοκράτορα Κωνσταντίνου Παλαιολόγου, στην Κορινθία και την βρήκαν το 1904 εκεί που είναι σήμερα η Μονή του Οσίου Παταπίου. 

Από την οικογένεια των Νοταράδων προήλθε, αργότερα και ο Άγιος Γεράσιμος Νοταράς ο θαυματουργός στην Κεφαλλονιά. Επίσης, ο Άγιος Μακάριος Νοταράς, Επίσκοπος Κορίνθου. Ο Δωσίθεος, πατριάρχης Ιεροσολύμων που έχει γράψει πολλά συγγράματα και την Ομολογία. Επίσης, ο Χρύσανθος Νοταράς, ανηψιός του Πατριάρχου Δωσιθέου, ο οποίος σπούδασε στην Ευρώπη θεολογία, μαθηματικά, αστρονομία και ιατρική. Αλλά και πολλοί άλλοι κατάγονται, μέχρι και σήμερα, από την μαρτυρική αυτή οικογένεια των Νοταράδων. 

Επιμέλεια: Δούκας (2.6.2019) 

Βιβλιογραφία / Πηγές / Σύνδεσμοι: 

-''Λόγοι για την ΆΛωση της Πόλης'', τόμος Α', Αρχιμανδρίτης Ανανίας Κουστένης, εκδόσεις Ακτή, Λευκωσία, 2016.
-''Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, Πολιορκία και Άλωσις Κωνσταντινουπόλεως'', G. Schlumberger.
-''Ιστορία του Ελληνικού Έθνους'', τόμος 6ος, Κωνσταντίνου Παπαρρηγόπουλου.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου